Ἐκκλησιολογικά

Ποῖος εἶναι Κανονικὸς καὶ ποῖος Ἀντικανονικός;

Πρὶν ἀπὸ 40 χρόνια, ὁ πρὸ ἔτους τότε χειροτονηθεὶς Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Ἀθανάσιος τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλάδος, εἶχε γράψει ἕνα ἐνδιαφέρον ἄρθρο στὴν «Φωνὴ τῆς Ὀρθοδοξίας» (ἀρ.φ. 779/Δεκέμβριος 1980, σελ. 5-7) μὲ τίτλο: «Πρὸς Ἐκκλησιολογοῦντας», προκειμένου νὰ ἀπαντήσει στὶς πρόχειρες κατηγορίες τῶν Νεοημερολογιτῶν ἐναντίον ἡμῶν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων, ὅτι εἴμαστε δῆθεν ἀντικανονικοὶ λόγῳ τοῦ «ὑπερορίου» τῆς χειροτονίας μας.

μως, ἡ κατηγορία αὐτὴ ὅπως καὶ ἄλλες καταρρίπτονται, καὶ μέσα ἀπὸ ἔντιμες δηλώσεις ἰδίων μελῶν τῶν Νεοημερολογιτῶν ἀποδεικνύεται περίτρανα, κατὰ τὴν δική τους εἰλικρινῆ ὁμολογία, ὅτι αὐτοὶ εἶναι ποὺ τυγχάνουν ἀντικανονικοί, ὄχι μόνον γιὰ τὴν Καινοτομία τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν ἀντικανονικὸ τρόπο προελεύσεως και ἀναδείξεώς τους ἀπὸ ἀριστίνδην συνόδους καὶ κατὰ παράβασιν τῶν Κανονικῶν διατάξεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Τὸ κείμενο, ὡς ἰδιαίτερα ἐπίκαιρο διαχρονικά, δημοσιεύεται ἐνταῦθα, ἐπὶ τῇ ὀνομαστικῇ ἑορτῇ τοῦ πολιοῦ Γέροντος Μητροπολίτου ἁγίου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Ἀθανασίου, μὲ εὐχὴ μακροημερεύσεως εἰς ἔτη πολλά!
18/31-1-2020

 

Πρὸς Ἐκκλησιολογοῦντας

Larisis1Εἶναι γεγονός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος ἐστερεώθη εἰς τὰ δάκρυα καὶ τὰ αἵματα τῶν εὐσεβῶν καὶ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Εἶναι γεγονός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία αὕτη, ἡ διακρατήσασα ἀλώβητον τὴν Παρακαταθήκην τῆς Πίστεως, πλεῖστα ὅσα ὑπέστη. Οἱ ἐχθροὶ ἐκ τῶν ἔσωθεν καὶ τῶν ἔξωθεν ἀρκετοί. Πάντες οὗτοι, ἐπιδιώκουν τὴν ἅλωσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, ἵνα μὴ ἀκούεται φωνὴ ἐπιτιμητική.

Οὕτως, ἀποτυχόντες οἱ ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ εἰς τὴν προσπάθειάν των ὅπως πείσωσι τὴν ὑγιᾶ μερίδα, τὴν χλευαστικῶς ἀποκαλουμένην «Παλαιοημερολογιτικὴν» ὅτι, τὰ ὑπὸ τῶν Πανορθοδόξων Συνόδων [τοῦ ΙΣΤ΄ αἰ.] ἀποφασισθέντα περὶ Ἑορτολογίου τυγχάνουν «μῦθοι», ἐπετέθησαν ὕστερον κατὰ τῶν Ποιμαινόντων τοὺς Γ.Ο.Χ. Ἀρχιερέων, πειρώμενοι νὰ ἀποδείξουν τὴν «ἀντικανονικότητα» αὐτῶν.

Θεωροῦντες περιττὸν νὰ ἀναφερθῶμεν εἰς λεπτομερείας, ἀφορώσας τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Σχῖσμα, τὸ προελθὸν ἐκ τῆς ἐπαράτου ἑορτολογικῆς καινοτομίας, διότι περὶ αὐτοῦ ἐγράφησαν τόσα, ὅσα διὰ καμμίαν ἐκκλησιαστικὴν ὑπόθεσιν, περιοριζόμεθα ἁπλῶς εἴς τινας σημειώσεις, αἵτινες ὁμιλοῦσι διὰ τὸ ποῦ εὑρίσκεται ἡ κανονικότης.

1. Ἰσχυρίζονται οἱ πολέμιοι ἡμῶν, ὅτι ἡ χειροτονία ἡμετέρου Ἀρχιερέως τελεσθεῖσα ἐκτὸς Ἑλλάδος, καὶ ὑπὸ Ἀρχιερέων ἀλλοτρίων τοῦ Ἑλλαδικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ κλίματος, τυγχάνει «ὑπερόριος», καὶ κατὰ συνέπειαν ἄκυρος. Πᾶς ὅμως μελετητὴς ἤ ἐρευνητής, ἐπιθυμῶν νὰ ἐξαγάγῃ συμπεράσματα σωστά, μελετᾶ ἀνεπηρεάστως καὶ ἐρευνᾶ ἄνευ προκαταλήψεως τὴν ὑπόθεσιν, περὶ ἧς μέλλει νὰ ἀσχοληθῇ. Οὕτως, ἐὰν οἱ ἐπικριταὶ ἡμῶν ἵστανται πρὸ τῆς πραγματικότητος, θὰ ἀντελαμβάνοντο ὅτι ἡ γνωμάτευσις «ὑπερόριος» οὐδεμίαν ποινικὴν ἐκκλησιαστικὴν ἰσχὺν δύναται νὰ ἔχῃ ἐπὶ τοῦ προκειμένου. Διότι, ἵνα ἐφασμοσθῇ ὁ ὅρος οὗτος, θὰ ἔδει νὰ ὑπῆρχον ἐν Ἑλλάδι, καθ’ ὅν χρόνον διεπράχθησαν αἱ χειροτονίαι, Ἐπίσκοποι Ὀρθόδοξοι καὶ Κανονικοί. Ἐπίσκοποι μὴ ἀποδεχθέντες τὸ ἑορτολογικὸν Σχῖσμα. Ἐπίσκοποι ἀνεπηρέαστοι Οἰκουμενιστικῶν κηρυγμάτων. Ἐπίσκοποι προσηλωμένοι αὐστηρῶς εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν. Ἀλλ’ ὑπῆρχον τοιοῦτοι; Ἅπαντες οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἑλλάδος ἀποδεχθέντες τὴν ἑορτολογικὴν μεταβολήν, ἐτήρησαν σιγὴν ἰχθύος. Οὐδεὶς διεχώρησεν εὐθύνας, πλὴν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τῷ 1935. Οὗτοι, λοιπόν, προέβησαν εἰς χειροτονίας τεσσάρων Ἐπισκόπων. Ἀλλ’ ἐκ τῶν ἑπτὰ τούτων Ἐπισκόπων ἕτεροι παλινώδησαν ἐπιστρέψαντες εἰς τὴν Σχισματικὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἕτεροι ἐξεδήμησαν εἰς Κύριον. Τὸ Ποίμνιον τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος ἔμεινεν ἀκέφαλον. Τίς θὰ ἐτίθετο εἰς τὴν ἀρχήν; Τίς θὰ ἐχειροτόνει καὶ ἐνεκαινίαζε Ναούς; Ἀνάγκη ἐπιτακτικὴ ἦτο ἡ παρουσία Ἀρχιερέως. Τότε καὶ μόνον ἡ Ἐκκλησία ἡμῶν ἀπηυθύνθη εἰς τὴν Ὑπερόριον Λευκορωσικὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, αἰτουμένη χειροτονίαν Ἀρχιερέως.

ὰν ἀνατρέξῃ τις εἰς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Ἱστορίαν, θὰ συναντήσῃ πλεῖστα παραδείγματα «ὑπερορίων» χειροτονιῶν. Οὕτως, ὁ Θεοδώρητος ἐν τῇ Ἐκκλησιαστικῇ του Ἱστορίᾳ (Βιβλ. Δ΄, κεφ. 13), μᾶς πληροφορεῖ, ὅτι ὁ Ἅγιος Εὐσέβιος Ἐπίσκοπος Σαμοσάτων, κατὰ τὴν ἐποχὴν τῆς ἀρειανῆς αἱρέσεως «μαθὼν πολλὰς τῶν Ἐκκλησιῶν ἐρήμους εἶναι ποιμένων, στρατιωτικὸν ἐμπεχόμενος σχῆμα, καὶ τιάρα καλύπτων τὴν κεφαλήν, καὶ τὴν Συρίαν περιήει καὶ τὴν Φοινίκην, καὶ τὴν Παλαιστίνην, Πρεσβυτέρους χειροτονῶν καὶ Διακόνους, καὶ τὰ ἄλλα τάγματα τῆς Ἐκκλησίας ἀναπληρῶν· εἰ δέ ποτε καὶ Ἐπισκόπων ὁμογνωμόνων ἐπέτυχε, καὶ Προέδρους ταῖς δεομέναις Ἐκκλησίαις προὐβάλλετο». Ὡσαύτως ἡ Ἱστορία μαρτυρεῖ, ὅτι ἐκ τοῦ Βυζαντίου ἀπεστέλλοντο Ἀρχιερεῖς πρὸς διαποίμανσιν τῶν πιστῶν τῆς Ρωσίας. Οἱ Ἀρχιερεῖς οὗτοι, ὡς εἰκός, ἔφερον τίτλους Βυζαντινῶν ἐπαρχιῶν. Ἐχειροτόνουν ὅμως ἐν Ρωσίᾳ Πρεσβυτέρους καὶ Διακόνους καὶ ἐχειροθέτουν ὑποδιακόνους καὶ ἀναγνώστας. Καὶ ἐρωτῶμεν: Τί νὰ ἔγιναν ἆραγε αἱ χειροτονίαι αὗται; Ἀνεγνωρίσθησαν ἤ ἠκυρώθησαν; Διότι καὶ εἰς τὰς δύο -ἐκ τῶν πολλῶν- περιπτώσεις, αἱ χειροτονίαι θεωροῦνται «ὑπερόριοι».

2. Ἕτερος λόγος ἀντικανονικότητος προβάλλεται, ἡ μὴ ἐπικύρωσις τῆς ἐκλογῆς τῶν Ἀρχιερέων ἡμῶν ὑπὸ τοῦ Ἀνωτάτου Ἄρχοντος τῆς Χώρας, καὶ ἡ πρὸς αὐτὸν ἔλλειψις διαβεβαιώσεως ἐκ μέρους τούτων. Ἀποροῦμεν τῇ ἀληθείᾳ, ποῦ εὗρον τοιαύτην διάταξιν! Τίς Ἱερὸς Κανὼν ὁμιλεῖ περὶ «διαβεβαιώσεως Ἀρχιερέως ἐνώπιον Ἄρχοντος»; Ὁ Ἀρχιερεὺς ἐκλέγεται τῇ ἐπινοίᾳ τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ οὐχὶ τῇ ἀρεσκείᾳ τῶν ἀρχόντων. Συνεπῶς, οὐδεμίαν διαβεβαίωσιν δύναται νὰ δώσῃ ὁ Ἐπίσκοπος εἰς πρόσωπον ἀσκοῦν πολιτικὴν ἐξουσίαν, παρεκτὸς ἐκείνης, ἥν δίδει κατὰ τὴν χειροτονίαν του ἐνώπιον τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ. Τοιαῦται θεωρίαι δύνανται νὰ εὑρεθοῦν μόνον εἰς τὴν Ἀγγλικανικὴν Προτεσταντικὴν «θεολογίαν», καθ’ ἥν κεφαλὴ τῆς ἐπὶ γῆς «ἐκκλησίας» ταύτης θεωρεῖται ὁ βασιλεὺς τῆς Χώρας.

3. Ἐπιθυμοῦμεν νὰ ἐρωτήσωμεν τοὺς κατηγόρους ἡμῶν λόγον ἕνα: Ἐν τῇ Νεοημερολογιτικῇ ἐκκλησίᾳ ὑφίσταται ἡ κανονικότης; Διότι ἐξ ἐπισήμων ἐγγράφων συνάγεται τὸ ἀντίθετον. Χάριν δὲ τῆς Ἱστορίας παραθέτομεν ταῦτα:

α. Εἰς ἔγγραφόν των ὑπὸ ἡμερομηνίαν 6.9.1974 πρὸς τὸν τότε Πρόεδρον τῆς Κυβερνήσεως κ. Κ. Καραμανλῆν, οἱ Νεοημερολογῖται Μητροπολῖται Δημητριάδος Ἠλίας, Λαρίσης Θεολόγος, Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος, Ἀττικῆς Νικόδημος, Χαλκίδος Νικόλαος καὶ Τρίκκης Σεραφείμ, γράφουν: «Πρὸς πληρεστέραν ἐνημέρωσίν σας σημειοῦμεν ὅτι θέμα ἀντικανονικῆς ἐκλογῆς καὶ χειροτονίας διὰ τοὺς ἀναδειχθέντας κατὰ τὴν τελευταίαν περίοδον Μητροπολίτας δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ τεθῇ κατὰ τὸ 1974. Πρῶτον μὲν διότι κατ’ αὐστηρὰν κρίσιν, ὡς προσφυῶς ὑπεγραμμίσθη ὑπὸ πολλῶν Ἱεραρχῶν, οὐδεὶς ἐκ τῶν Μητροπολιτῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δύναται νὰ χαρακτηρισθῇ ὡς “κανονικός”. Αἱ σημειωθεῖσαι ἀλλαγαὶ καὶ μεταρρυθμίσεις ἐν τῇ διοικήσει καὶ αἱ κατὰ καιροὺς ἐπισυμβᾶσαι βίαιαι μετατροπαὶ ἔκαμαν, ὥστε αἱ ἐκλογαὶ καὶ χειροτονίαι τῶν Μητροπολιτῶν, κατ’ ἀκρίβειαν κρινόμεναι, νὰ χωλαίνουν κανονικῶς» (ἐφημερὶς «Ἐκκλησιαστικὸς Ἀγών», 15 Σεπτ. 1974).

β. Ὁ Νεοημερολογίτης Μητροπολίτης Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιος, εἰς ἔγγραφόν του ὑπὸ ἡμερομηνίαν 12 Ἰανουαρίου 1974, ἀπευθυνόμενος τῇ Νεοημερολογιτικῇ Ἱεραρχίᾳ σημειοῖ νὰ ἀκόλουθα: «Ἀλλὰ σᾶς ἐρωτῶ, ἅγιοι ἀδελφοί· Εἴμεθα ὄντως καὶ ἀπολύτως κανονικοὶ ἡμεῖς; Ἔχομεν ἄσπιλον κανονικότητα; Ἀπαντῶ στεντορείως: ΟΧΙ! ΟΧΙ! ΟΧΙ!
»Εἴμεθα καὶ ἡμεῖς ἀντικανονικοί, πρῶτον, διότι ὡς καὶ εἰς πρόσφατα τηλεγραφήματά μου ἐτόνισα, ὅλοι φέρομεν ἐν ἑαυτοῖς προπατορικὸν ἁμάρτημα ἀντικανονικότητος, ἀμέσως ἤ ἐμμέσως, ἐκ τῆς Ἱεραρχίας, τὴν ὁποίαν ἐδημιούργησεν ἡ ἀντικανονικὴ πενταμελὴς ἀριστίνδην σύνοδος τοῦ 1922, ἡ ὁποία ἀνέδειξεν Ἀρχιεπίσκοπον τὸν Χρυσόστομον Παπαδόπουλον, καὶ μάλιστα διὰ τριῶν μόνον ψήφων. Ὑπὸ τῆς Συνόδου αὐτῆς ἐξελέγησαν καὶ οἱ Μητροπολῖται Χαλκίδος Γρηγόριος, Κορινθίας καὶ εἶτα Ἀθηνῶν Δαμασκηνός, Ἀκαρνανίας Κωνσταντῖνος, Ἠλείας Ἀντώνιος, Κυθήρων καὶ εἶτα Λαρίσης καὶ εἶτα Ἀθηνῶν Δωρόθεος, Κερκύρας καὶ εἶτα Ἀμερικῆς καὶ Κων/λεως Ἀθηναγόρας καὶ τέλος Καρυστίας καὶ εἶτα Χίου Παντελεήμων, οἵτινες ἐχειροτόνησαν ἄλλους, ἐκεῖνοι ἄλλους κ.ο.κ. Ὅλοι, λοιπόν, λόγῳ προελεύσεως ἔχομεν ἐν ἑαυτοῖς τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα τῆς ἀντικανονικότητος. “Ὁ ἀναμάρτητος πρῶτος τὸν λίθον βαλέτω” κατὰ τῶν ἄλλων.

»Εἴμεθα καὶ ἡμεῖς ἀντικανονικοί, δεύτερον, διότι εἰς τὴν παροῦσαν Σύνοδον παρακάθηνται Ἱεράρχαι, ἐκλεγέντες ὑπὸ τῆς Ἀριστίνδην Συνόδου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δαμασκηνοῦ.

»Εἴμεθα καὶ ἡμεῖς ἀντικανονικοί, τρίτον, διότι οἱ ἡμίσεις περίπου ἐκ τῶν Συνέδρων τῆς παρούσης Συνόδου εἶναι συναυτουργοὶ τῶν μετὰ τὸ 1967 γενομένων.

»Εἴμεθα καὶ ἡμεῖς ἀντικανονικοί, τέταρτον, διότι τὸ σύνολον τῶν μελῶν τῆς παρούσης Συνόδου, ἤ τουλάχιστον ἡ συντριπτικὴ πλειονότης, ἔλαβον χειροτονίαν Διακόνου ἤ Πρεσβυτέρου ἤ καὶ ἀμφοτέρας εἰς ἡλικίαν κατωτέραν τῆς ὑπὸ τῶν Ἱερῶν Κανόνων ὁριζομένης, καὶ κινδυνεύουν, ἄν ἐφαρμοσθῇ ἡ ἀπόλυτος κανονικὴ ἀκρίβεια, τὴν ὁποίαν ἐν τούτοις ζητοῦμεν μετὰ λυσσώδους ἐπιμονῆς προκειμένου περὶ τῆς ἐκλογῆς τῶν μετὰ τὸ 1967 Ἱεραρχῶν, κινδυνεύουν, ἄν ἐφαρμοσθῇ ἡ κανονικὴ ἀκρίβεια, ὄχι μόνον νὰ ἀποκλεισθοῦν ἐκ τῆς παρούσης Συνόδου, ὄχι μόνον νὰ χάσουν τὴν ἐπισκοπήν των, ἀλλὰ νὰ καθαιρεθοῦν τελείως ἀπὸ πάσης ἱερατικῆς ἐξουσίας, δεδομένου ὅτι ποινὴν καθαιρέσεως ἐπιβάλλουν οἱ Ἱεροὶ Κανόνες διὰ τὴν τοιαύτην παράβασιν.

»Ἐπαναλαμβάνω τοὺς λόγους τῶν τηλεγραφημάτων μου: “Ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ἑλλάδος οὐδεὶς Ἱεράρχης εὑρεθήσεται κανονικὸς ἀπὸ ρύπου ἀντικανονικότητος”. Καί:“Ἐὰν ἀντικανονικότητος παρατηρήσεις ἐν ἡμῖν, Κύριε, Κύριε, τίς ὑποστήσεται;”...Προσφυέστατα ἐγράφη προχθὲς εἰς ἡμερησίαν ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν, ὅτι ἄν θέλῃ ἡ Πολιτεία νὰ εὕρῃ Ἐπισκόπους ἀνεπιλήπτου κανονικότητος, ἵνα αὐτοὶ καὶ μόνοι ἀναδείξουν τὸν νέον Ἀρχιεπίσκοπον, μίαν λύσιν ἔχει: Νὰ ζητήσῃ παρὰ τοῦ Θεοῦ ὅπως στείλῃ καὶ πάλιν εἰς τὴν γῆν τοὺς 12 Ἀποστόλους!» (Σπ. Καρατζαφέρη, Φάκελλος Ἐκκλησία, σελ. 137, 139).

γ. Ὁ ἔγκριτος παρ’ Ἀρείῳ Πάγῳ Δικηγόρος καὶ διαπρεπὴς νομομαθὴς Δημ. Ἀντύπας, ἐν τῷ ἔργῳ του «Ἀστραπαὶ ἐν ζόφῳ» - Ἀθῆναι 1952, λέγει τὰ ἑξῆς: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν τηρεῖ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, ὅθεν καὶ προαγόμεθα νὰ φρονῶμεν ὅτι δὲν πιστεύει εἰς τὴν θεοπνευστίαν αὐτῶν» (σελ. 19). Καὶ ἀλλαχοῦ γράφει: «Ἀντικανονικὴ Ἐκκλησία, ἡ προτεσταντικῷ δικαίῳ ἀπορρίπτουσα εἰς τὸν κάλαθον τῶν ἀχρήστων τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, Ἐκκλησία ἐμπνέουσα τὴν ἐντύπωσιν Λερναίας Ὕδρας, Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ὁποίαν περιέργως καὶ ἀντιευαγγελικῶς ἀναφαίνονται Ἱεράρχαι πλούσιοι, Ἐκκλησία παρεξηγημένη ὡς παρέχουσα τὸν τύπον Ἄννα-Καϊάφα συνεδρίου Φαρισαίων καὶ Πιλάτων» (σελ. 10).

Τὰ ἀνωτέρω ἐγράφησαν ὑπὸ Νεοημερολογιτῶν. Ἀκουέτωσαν, λοιπόν, ταῦτα νομικοί τε καὶ θεολόγοι, καὶ ἐξαγαγέτωσαν συμπεράσματα δίκαια καὶ ἀληθῆ.

+Ὁ Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ