Παραινετικά

Περὶ Ταπεινώσεως καὶ Μετανοίας

Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+ 1985)

Εὕρεσις ἀφθάρτου ἱεροῦ Λειψάνου 28-10-1998 (π.ὀ.ἡ.)

 

Ο ΑΓΙΟΣ Μητροπολίτης ἠδύνατο ἐκ τῆς πείρας του νὰ διδάσκη περὶ τῆς ἀληθινῆς ταπεινώσεως καὶ μετανοίας ζωήρρυτα λόγια, ἐκφράζων συνοπτικὰ τὸ Ὀρθόδοξο ἦθος, ὅπως τὰ ἑξῆς:

MetrPhilaret 2«Κάποτε, οἱ ἄνθρωποι λέγουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους: “Ὦ, εἶμαι πολὺ θρησκευόμενος, εἶμαι βαθιὰ πιστός”, καὶ τὸ λέγουν αὐτὸ μὲ εἰλικρίνεια, νομίζοντες ὅτι μποροῦν στὴν πραγματικότητα νὰ τὸ λέγουν αὐτὸ γιὰ τὸν ἑαυτό τους δικαιολογημένα...

πὸ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας βλέπουμε, ὅτι ὅσοι πραγματικὰ ἔχουν ἀληθινὴ πίστι, σκέπτονται πάντοτε γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους καὶ γιὰ τὴν πίστι τους μὲ πολὺ ταπεινὸ τρόπο, καὶ πάντοτε θεωροῦν καὶ ἔχουν συνείδησι γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους ὅτι ἔχουν ὀλίγη πίστι...

Αὐτὸς ποὺ πραγματικὰ πιστεύει, δὲν ἐμπιστεύεται τὴν πίστι του καὶ βλέπει τὸν ἑαυτό του νὰ ἔχη μικρὴ πίστι. Αὐτός, ὁ ὁποῖος οὐσιαστικὰ δὲν ἔχει ἀληθινὴ πίστι, νομίζει ὅτι πιστεύει βαθιά...

Βλέπουμε τὸ ἴδιο παράδοξο στὴν ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἐκτίμησι ἑνὸς προσώπου... Οἱ δίκαιοι ἄνθρωποι βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς ἁμαρτωλούς, ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοὶ βλέπουν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς δικαίους.

Στὴν ψυχὴ ἑνὸς ἁμαρτωλοῦ ἀφώτιστου ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται γιὰ τὴν διόρθωσί του, ὁ ὁποῖος δὲν σκέπτεται πῶς θὰ λογοδοτίση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅλα συγχωνεύονται καὶ ὁ ἴδιος δὲν δύναται νὰ κάνη κάτι ἐπ’ αὐτοῦ· μόνον ὁ Παντεπόπτης Θεὸς βλέπει τὴν οἰκτρὰ κατάστασι τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου τούτου. Ἐνῶ ὁ ἴδιος δὲν τὴν αἰσθάνεται καὶ δὲν τὴν παρατηρεῖ καὶ νομίζει ὅτι δὲν εἶναι καὶ τόσο ἄσχημα, καὶ ὅτι τὰ χωρία τοῦ Εὐαγγελίου, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται σὲ μεγάλους ἁμαρτωλοὺς δὲν ἔχουν καμία σχέσι μὲ αὐτόν. Ἴσως βέβαια νὰ μὴ θεωρῆ τὸν ἑαυτό του ὡς Ἅγιο, ἀλλὰ πάντως ὑποθέτει ὅτι δὲν εἶναι καὶ τόσο χάλια...

σοι εἶναι εὐάρεστοι στὸν Θεό, σκέπτονται γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ τρόπο καὶ βλέπουν αὐτοὺς καὶ τὴν πνευματική τους φύσι σὲ ἕνα ἐντελῶς διαφορετικὸ φῶς.

νας Ἀσκητὴς θρηνοῦσε συνεχῶς· ὁ Ὑποτακτικός του τὸν ἐρώτησε: “Πάτερ, γιὰ ποιὸ λόγο θρηνεῖς;”. “Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, τέκνον μου”, ἀπήντησε. “Ὅμως, τί ἁμαρτίες ἔχεις; Καὶ γιατί θρηνεῖς γι’ αὐτὲς τόσο πολύ;”. “Τέκνον μου”, ἀπήντησε ὁ Ἀσκητής, “ἄν ἔβλεπα τὶς ἁμαρτίες μου ὅπως εἶναι, σὲ ὅλη τους τὴν ἀσχήμια, θὰ σοῦ ζητοῦσα νὰ θρηνῆς καὶ σὺ γι’ αὐτὲς μαζί μου”! Ἔτσι ἀκριβῶς εἶναι ποὺ αὐτοὶ οἱ ἐξαιρετικοὶ ἄνθρωποι ὁμιλοῦσαν περὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους.

μως ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε συνηθισμένοι ἄνθρωποι, δὲν βλέπουμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας καὶ δὲν αἰσθανόμαστε τὸ βάρος της. Γι’ αὐτὸ καὶ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ μόλις εἶπα: νὰ πηγαίνη κάποιος γιὰ Ἐξομολόγησι, καὶ νὰ μὴ γνωρίζη τί νὰ εἰπῆ! Μία γυναίκα ποὺ πῆγε γιὰ Ἐξομολόγησι, εἶπε στὸν Πνευματικό: “Παππούλη μου, ἔχω λησμονήσει τὰ πάντα!”...

μως, τὶ νομίζετε, ἄν κάποιος ἔχη ἕνα πονεμένο χέρι ἤ πόδι ἤ ἐσωτερικὸ ὄργανο καὶ πηγαίνει στὸν ἰατρό, θὰ λησμονήση ὅτι ἔχει πόνο; Ἔτσι εἶναι καὶ μὲ τὴν ψυχή· ἄν στὴν πραγματικότητα φλέγεται ἀπὸ τὴν αἴσθησι τῆς Μετανοίας, δὲν θὰ λησμονήση τὶς ἁμαρτίες της. Βέβαια, οὐδεὶς δύναται νὰ ἐνθυμηθῆ ὅλες τὶς ἁμαρτίες του -ὅλες μέχρι μιᾶς, χωρὶς ἐξαίρεσι. Ἀλλά, ἡ ἀληθινὴ Μετάνοια δὲν ἀποτυγχάνει νὰ διατηρήση τὸν ἄνθρωπο σὲ συνείδησι τῆς ἁμαρτωλότητός του καὶ νὰ αἰσθανθῆ εἰλικρινῆ ἔλεγχο γι’ αὐτήν.

Προσευχόμεθα στὸν Κύριο νὰ μᾶς δωρήση νὰ βλέπουμε τὰ πταίσματά μας –τὰ ἰδικά μας πταίσματα, καὶ ὄχι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Ἀλλὰ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ προσευχώμεθα γι’ αὐτὸ ὄχι μόνον κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας, ἀλλὰ πάντοτε –νὰ προσευχώμεθα ὁ Κύριος νὰ μᾶς διδάξη νὰ βλέπουμε τοὺς ἑαυτούς μας ὅπως θὰ ἔπρεπε καὶ ὄχι νὰ νομίζουμε γιὰ τὴν ὑποτιθέμενη “δικαιοσύνη” μας.

Ἐν τούτοις, πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα, ὅτι μόνον τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ δύναται νὰ ἀνοίξη τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ ἀνθρώπου σχετικὰ μὲ τὴν ἀληθινή του πνευματικὴ κατάστασι καὶ διὰ τοῦ τρόπου τούτου νὰ τοποθετηθῆ ὁ ἄνθρωπος στὴν ὁδὸ τῆς ἀληθινῆς Μετανοίας»!...


Ἀπὸ τὸ ἐξαντληθὲν βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου Γαρδικίου Κλήμεντος, Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς - Ἕνας Σύγχρονος Ἀσκητὴς καὶ Ὁμολογητὴς Ἱεράρχης (1903-1985), Φυλὴ Ἀττικῆς 2015, σελ. 97-99.